Οι χιλιάδες χαμένες «πράσινες» μεγαβατώρες και η λύση – μονόδρομος
του Νικόλα Χατζηγεωργίου (BSc, MSc, MEDEA)
Λειτουργός Αγοράς Ηλεκτρισμού, Green Energy Group
Ένας από τους στόχους της λεγόμενης «Ενεργειακής Μετάβασης» είναι η απανθρακοποίηση των δικτύων ηλεκτρισμού των Κρατών – Μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ). Η Κύπρος, μια ιδιόμορφη περίπτωση ενός απομονωμένου δικτύου, με υψηλή εξάρτηση από εισαγόμενα ορυκτά καύσιμα και συνεχώς αυξανόμενη διείσδυση Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ) στο σύστημά της, αντιμετωπίζει τους τελευταίους μήνες ένα σοβαρό πρόβλημα που θέτει σε κίνδυνο την σταθερότητα και ασφάλεια του δικτύου της.
Η μείωση του κόστους κατασκευής λόγω της τεχνολογικής ωρίμανσης, η παρουσία ευνοϊκών προϋποθέσεων επενδυτικής ανάπτυξης, η στήριξη σε πολιτικό επίπεδο και φυσικά, η άφθονη ηλιοφάνεια που χαρακτηρίζει το νησί μας, εύλογα έστρεψαν την προσοχή των υπευθύνων χαράξεως πολιτικής και των επενδυτών στα Φωτοβολταϊκά (ΦΒ) συστήματα, τόσο με την μορφή μικρών οικιακών και μη οικιακών μονάδων, αλλά και με την μορφή μεγάλων πάρκων (κλίμακος δικτύου). Ενδεικτικά, η μέχρι σήμερα συνολική εγκατεστημένη ισχύς των ΦΒ συστημάτων ανέρχεται σε 476 MWp, υπερδιπλάσια από την αντίστοιχη τιμή στο τέλος της προηγούμενης δεκαετίας. Η ανάπτυξη αυτή επέτρεψε στην Κύπρο να καλύψει τις συμβατικές της υποχρεώσεις σχετικά με τους ενεργειακούς στόχους της ΕΕ για το 2020, με το μερίδιο ΑΠΕ να ανέρχεται στο 16.9% της συνολικής ηλεκτροπαραγωγής έναντι του εθνικού στόχου (σημ. 13%).
Η προσπάθεια όμως για τους αντίστοιχους στόχους για το 2030 έχει να αντιμετωπίσει (μεταξύ άλλων) και το μεγάλο εμπόδιο της απόρριψης «πράσινης» ενέργειας από το δίκτυο, λόγω του ετεροχρονισμού μεταξύ ΦΒ παραγωγής και ζήτησης των καταναλωτών. Το φαινόμενο αυτό οδηγεί τον Διαχειριστή Συστήματος Μεταφοράς Κύπρου (ΔΣΜΚ) και τον Διαχειριστή Συστήματος Διανομής (ΔΣΔ) σε περικοπές παραγόμενης ενέργειας από ΑΠΕ λόγω δυσκολίας διαχείρισής της, ένα αναμενόμενο φαινόμενο για απομονωμένα δίκτυα με σημαντική διείσδυση ΑΠΕ και μη δυνατότητα αποθήκευσής της περίσσειας ενέργειας, όπως στην περίπτωση της Κύπρου. Το πρόβλημα των περικοπών αγγίζει πλέον και τα μικρότερα συστήματα και δη, τους οικιακούς καταναλωτές που βλέπουν πλέον και την δική τους παραγωγή να απορρίπτεται όταν παραστεί ανάγκη (για τα συστήματα εξοπλισμένα με Ripple Control).
Οι αριθμοί είναι αμείλικτοι και μιλούν από μόνοι τους. Από την έναρξη της δημοσιοποίησης από τον ΔΣΔ των εκτιμώμενων περικοπών ΑΠΕ (Ιανουάριος 2022), πέραν των 40 χιλ. MWh «πράσινης» παραγωγής έχουν απορριφθεί μέχρι σήμερα. Ως αποτέλεσμα, περίπου 28 χιλ. τόνοι Ισοδύναμου Διοξειδίου του Άνθρακα (tnCO2e) εκλύθηκαν στο περιβάλλον. Η κατάσταση μπορεί να χαρακτηριστεί ως τραγική, παρατηρώντας την ραγδαία αύξηση στο μηνιαίο ποσοστό περικοπής ΑΠΕ ανά μήνα, το οποίο έφτασε επίπεδα ρεκόρ τον Απρίλιο του 2022, αφού εκτιμάται ότι 32.23% της παραγόμενης ενέργειας από ΑΠΕ απορρίφθηκε από το σύστημα. Παρόμοια, ο αριθμός ημερών που εκτελούνται περικοπές από τους Διαχειριστές αυξήθηκε από μόλις μερικές ημέρες για τους πρώτους μήνες του 2022 σε 20, 22, 28 και 29, για κάθε ολοκληρωμένο μήνα του 2023, αντίστοιχα. Μόνο για φέτος, 99 από τις 120 ημέρες των πρώτων τεσσάρων μηνών (ποσοστό 82.50%) ήταν ημέρες με περικοπές ΑΠΕ, ενώ ο φετινός Απρίλιος είδε περίπου 13.5 χιλ. MWh να απορρίπτονται από το σύστημα, περισσότερες από τις περίπου 10 χιλ. MWh για όλο το 2022!
Ο φετινός Απρίλιος λοιπόν ήταν δύσκολος μήνας, τόσο για το σύστημα ισχύος, αλλά και για τους ίδιους τους Παραγωγούς ΑΠΕ, οι οποίοι βλέπουν την παραγόμενη ενέργεια από τις επενδύσεις τους να απορρίπτεται λόγω της ανεπάρκειας του συστήματος να την διαχειριστεί. Ενδεικτικά, η (κατά τα άλλα ηλιόλουστη) Κυριακή του Πάσχα (17/4/2023) ήταν η χειρότερη ημέρα των τελευταίων ετών για τα ΦΒ συστήματα, με τις περικοπές ΑΠΕ να διαρκούν 9.5 ολόκληρες ώρες, να φτάνουν στο (ημερήσιο) ποσοστό-ρεκόρ της τάξεως του 70.10% και να αγγίζουν τις 1.2 χιλ. MWh, με αποτέλεσμα πέραν των 760 tnCO2e να εκλυθούν στο περιβάλλον.
Επιπλέον, παρά το γεγονός ότι οι Παραγωγοί ΑΠΕ και οι ανεξάρτητοι Προμηθευτές εντός της Μεταβατικής Ρύθμισης (που χρησιμοποιούν κατά κύριο λόγο ενέργεια από ΑΠΕ) είναι υπόλογοι κάθε μήνα για την ορθή (εντός συγκεκριμένων ορίων) πρόβλεψη της παραγωγής τους, δεν έχουν δυνατότητα πρόβλεψης των αναμενόμενων περικοπών ΑΠΕ, ούτε κάποια ένδειξη εκτίμησης από τους Διαχειριστές, έτσι ώστε να υπολογίσουν αυτή την απώλεια ενέργειας στα συμβόλαιά τους. Εν ολίγοις, οφείλουν να προβλέψουν την αναμενόμενη ενέργεια τους (έγχυσης και απορρόφησης, αντίστοιχα), την ώρα που λόγω ανεπάρκειας του συστήματος το 1/3 της «πράσινης» ενέργειας που παράχθηκε κατά τον τελευταίο μήνα πετάχτηκε στα σκουπίδια. Το ακόμη σημαντικότερο είναι ότι εν τη απουσία κατάλληλης δράσης άμεσα, το πρόβλημα αναμένεται να ενταθεί ακόμη περισσότερο, ιδιαίτερα όσο νέα ΦΒ συστήματα εντάσσονται στο δίκτυο, θέτοντας έτσι εμπόδια για την κάλυψη του εθνικού στόχου για το 2030.
Η λύση είναι γνωστή, χρησιμοποιείται ήδη με επιτυχία στο εξωτερικό και είναι μονόδρομος. Παρόλο που δεν πρέπει να θεωρηθεί ως πανάκεια, αλλά μέρος της λύσης του προβλήματος, η Αποθήκευση Ενέργειας και συγκεκριμένα, με την μορφή των Συστημάτων Μπαταρίας σε διάφορα σημεία του δικτύου, θα επιτρέψει την αποθήκευση, διαχείριση και περαιτέρω αξιοποίηση «πράσινης» ενέργειας παραγόμενης από ΑΠΕ. Παρά το τρέχων υψηλό της κόστος (το οποίο μέσω της τεχνολογικής εξέλιξης μειώνεται με το πέρασμα των ετών), μεγάλη μερίδα επαγγελματιών του χώρου την θεωρούν ως τον πιο σύντομο και (υπό τις περιστάσεις) καταλληλότερο τρόπο επίλυσης των πιο πάνω προβλημάτων, ο οποίος συνεισφέρει και στην μείωση των εκπομπών CO2, σε αντίθεση με την εναλλακτική πρόταση για χρήση μικρότερων συμβατικών μονάδων παραγωγής (των οποίων σε κάθε περίπτωση η συνεισφορά θεωρείται εξίσου σημαντική).
Τα Συστήματα Μπαταρίας είναι χρήσιμα τόσο για τα μεγάλα ΦΒ πάρκα, αλλά ακόμα και για τα μικρά κτηριακά ΦΒ συστήματα (για τα οποία ήδη επιχορηγείται η ενσωμάτωση Συστήματος Μπαταρίας), ώστε να αξιοποιείται ΦΒ παραγωγή και το βράδυ. Ήδη τέτοια συστήματα χρησιμοποιούνται με μεγάλη επιτυχία τα τελευταία χρόνια ως πιλοτικές εγκαταστάσεις σε οικίες στην Λευκωσία, στο πλαίσιο ερευνητικών προγραμμάτων. Όσον αφορά τα μεγαλύτερα συστήματα, αναμένεται τους επόμενους μήνες ότι θα υπάρξουν εκ μέρους της πολιτείας σχέδια επιχορηγήσεων για την ενθάρρυνση Συστημάτων Μπαταρίας σε όλα τα σημεία του δικτύου, ενώ η Κύπρος θα μπορούσε να ακολουθήσει καλές πρακτικές άλλων ευρωπαϊκών χωρών που είναι πιο «μπροστά» στα Συστήματα Μπαταρίας, χωρίς να χρειάζεται να «ανακαλύψει ξανά τον τροχό».
Συγκεκριμένα, τα Συστήματα Μπαταρίας, ως φορείς ευελιξίας, μπορούν να προσφέρουν λύσεις σε διάφορα επίπεδα του δικτύου, δηλαδή στα σημεία κατανάλωσης (οικίες και μη), στα σημεία διεσπαρμένης παραγωγής (ΦΒ και αιολικά πάρκα) και στα Συστήματα Μεταφοράς και Διανομής. Αυτό που έχει ιδιαίτερη σημασία είναι το γεγονός ότι, παρά το υψηλό τους κόστος, τα Συστήματα Μπαταρίας είναι η λύση ενός προβλήματος που δυστυχώς, δεν είχε ληφθεί υπόψιν έγκαιρα, αλλά ούτε αντιμετωπίστηκε ουσιαστικά ακόμη, επομένως η αξιολόγησή τους σε οικονομοτεχνικό επίπεδο πρέπει να λάβει υπόψιν και το κόστος της «μηδενικής δράσης» ή αλλιώς, τον αρνητικό αντίκτυπο που θα έχει η συνέχιση της παρούσας κατάστασης με την απόρριψη μεγάλων ποσοτήτων καθαρής παραγωγής σε οικονομικό, κοινωνικό και περιβαλλοντικό επίπεδο, αλλά ακόμη και σε σχέση με τις συμβατικές μας υποχρεώσεις ως Κράτος – Μέλος της ΕΕ.
Καταλήγοντας, είναι αντιληπτό από όλους ότι η παρούσα κατάσταση όχι μόνο δεν αναμένεται να διορθωθεί σύντομα από μόνη της. Μάλιστα, εν τη απουσία άμεσης ριζικής δράσεως η κατάσταση θα χειροτερέψει στο άμεσο μέλλον, οδηγώντας στα σκουπίδια χιλιάδες χαμένες «πράσινες» μεγαβατώρες, στερώντας έτσι την ευκαιρία για περαιτέρω αξιοποίηση ακόμα και των ήδη διαθέσιμων καθαρών πηγών παραγωγής στο πλαίσιο της Ενεργειακής Μετάβασης.